ΕΓΓΡΑΦΟ 177, ΤΕΤΑΡΤΗ, Η ΜΕΡΑ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ

   
   Paragraph Numbers: On | Κλειστό
Προβολή για εκτύπωσηΠροβολή για εκτύπωση

Το Βιβλίο της Ουράντια

ΕΓΓΡΑΦΟ 177

ΤΕΤΑΡΤΗ, Η ΜΕΡΑ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ

(1920.1) 177:0.1 Όταν δεν του πίεζε το έργο της διδασκαλίας προς τους ανθρώπους, ήταν συνήθεια του Ιησού και των αποστόλων να αναπαύονται κάθε Τετάρτη. Εκείνη την Τετάρτη έφαγαν πρωινό κάπως αργότερα από το συνηθισμένο, και στο καταυλισμό επικρατούσε μια δυσοίωνη ησυχία¨ πολύ λίγα ελέχθησαν στο πρώτο ήμισυ του πρωινού γεύματός τους. Στο τέλος μίλησε ο Ιησούς: «Επιθυμώ να αναπαυτείτε σήμερα. Σκεφτείτε με την ησυχία σας όσα συνέβησαν από τότε που ήρθαμε στην Ιερουσαλήμ και διαλογιστείτε για το τι πρόκειται να συμβεί, πράγμα το ποίο σας έχω ήδη πει. Βεβαιωθείτε ότι η αλήθεια κατοικεί στην ζωή σας, και ότι καθημερινά αναπτύσσεσθε με την θεία χάρη.»

(1920.2) 177:0.2 Μετά το πρωινό γεύμα ο Κύριος πληροφόρησε τον Ανδρέα ότι σκόπευε να απουσιάσει αυτή την μέρα και πρότεινε στους αποστόλους να περάσουν την ώρα τους όπως θέλουν, εκτός από το να μην περάσουν σε καμία περίπτωση τις πύλες της Ιερουσαλήμ.

(1920.3) 177:0.3 Όταν ο Ιησούς ετοιμάστηκε να πάει στους λόφους μόνος, ο Δαβίδ του Ζεβεδαίου τον πλησίασε και του είπε: «Ξέρεις πολύ καλά, Κύριε, ότι οι Φαρισαίοι και οι ηγέτες θέλουν να σε καταστρέψουν, αλλά εσύ θέλεις να πας μόνος στους λόφους. Αν το κάνεις αυτό είναι λάθος¨ γι αυτό θα στείλω τρεις άνδρες μαζί σου πολλά καλά προετοιμασμένους ώστε να μην σου συμβεί τίποτα κακό.» Ο Ιησούς κοίταξε τους τρεις καλά οπλισμένους και ρωμαλέους Γαλιλαίους και είπε στον Δαβίδ: «Έχεις καλή πρόθεση, αλλά σφάλλεις στο ότι δεν μπορείς να καταλάβεις ότι ο Υιός του Ανθρώπου δεν χρειάζεται κανέναν να τον υπερασπιστεί. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να με αγγίξει μέχρι την ώρα που θα είμαι έτοιμος να παραδώσω την ζωή μου σύμφωνα με το θέλημα του Πατέρα μου. Αυτοί οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να με συνοδέψουν. Επιθυμώ να πάω μόνος μου, για να επικοινωνήσω με τον Πατέρα μου.»

(1920.4) 177:0.4 Ακούγοντας αυτά τα λόγια, ο Δαβίδ και οι οπλισμένοι φρουροί του αποσύρθηκαν¨ αλλά την στιγμή που ο Ιησούς ξεκινούσε μόνος του, ο Ιωάννης Μάρκος τον πλησίασε με ένα μικρό καλάθι που είχε φαγητό και νερό και πρότεινε ότι, αν σκόπευε να λείπει όλη την ημέρα, μπορεί κάποια στιγμή να πεινούσε. Ο Κύριος χαμογέλασε στον Ιωάννη και άπλωσε το χέρι του να πάρει το καλάθι.

1. ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΜΟΝΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ

(1920.5) 177:1.1 Καθώς ο Ιησούς ήταν έτοιμος να πάρει το καλάθι από το χέρι του Ιωάννη, ο νέος τόλμησε να πει: «Μα Κύριε, μπορεί να αφήσεις το καλάθι κάτω ενώ θα προσεύχεσαι και το χάσεις. Εξάλλου, αν ερχόμουνα μαζί σου να σου βαστάω το γεύμα, θα ήσουν πιο ελεύθερος να λατρέψεις, και εγώ σίγουρα θα είμαι σιωπηλός. Δεν θα κάνω ερωτήσεις και θα στέκομαι δίπλα στο καλάθι όταν φεύγεις μόνος σου για να προσευχηθείς.»

(1920.6) 177:1.2 Ενώ έλεγε αυτά τα λόγια, και η τόλμη του είχε παραξενέψει μερικούς από τους παρευρισκόμενους που άκουγαν, ο Ιωάννης τολμούσε να κρατά ακόμα το καλάθι. Εκεί στεκόντουσαν, και ο Ιωάννης και ο Ιησούς κρατώντας το καλάθι. Σύντομα ο Κύριος άφησε το καλάθι και, κοιτώντας τον νέο, είπε: «Αφού με όλη σου την καρδιά επιθυμείς να έρθεις μαζί μου, δεν θα σου το αρνηθώ. Θα φύγουμε μόνοι μας και θα συζητήσουμε ωραία. Μπορείς να μου κάνεις όσες ερωτήσεις βγουν από την καρδιά σου, και θα ενθαρρύνουμε και θα παρηγορούμε ο ένας τον άλλο. Μπορείς να ξεκινήσεις κρατώντας το φαγητό, και όταν κουραστείς, θα σε βοηθήσω. Πάμε λοιπόν.»

(1921.1) 177:1.3 Ο Ιησούς εκείνο το βράδυ δεν γύρισε πριν το ηλιοβασίλεμα. Ο Κύριος πέρασε αυτή την τελευταία μέρα ηρεμίας στην γη κουβεντιάζοντας με αυτόν τον νέο που διψούσε για την αλήθεια και μιλώντας με τον Παραδείσιο Πατέρα του. Αυτό το γεγονός έγινε γνωστό σαν «η μέρα που πέρασε ένας νέος με τον Θεό στους λόφους.» Αυτή η περίσταση υποδηλώνει αιώνια την προθυμία του Δημιουργού να συναδελφώνεται με το δημιούργημά του. Ακόμα και ένας παιδί, αν η επιθυμία της καρδιάς του είναι υπέρτατη μπορεί να απαιτήσει την προσοχή και να απολαύσει την συντροφικότητα του Θεού ενός σύμπαντος, και να ζήσει στην πραγματικότητα την έκσταση του να είναι μόνος με τον Θεό στους λόφους, για μια ολόκληρη μέρα. Και τέτοια ήταν η μοναδική εμπειρία του Ιωάννη Μάρκου εκείνη την Τετάρτη στους λόφους την Ιουδαίας.

(1921.2) 177:1.4 Ο Ιησούς κουβέντιασε πολύ με τον Ιωάννη, και του μίλησε ελεύθερα για τις υποθέσεις αυτού του κόσμου και του επόμενου. Ο Ιωάννης είπε στον Ιησού πόσο λυπόταν που δεν ήταν αρκετά μεγάλος για να είναι ένας από τους αποστόλους και εξέφρασε την μεγάλη του ευγνωμοσύνη που του επιτράπηκε να τους ακολουθήσει μετά από το πρώτο τους κήρυγμα στο πέρασμα του Ιορδάνη κοντά στην Ιεριχώ, εκτός από το ταξίδι στην Φοινικία. Ο Ιησούς προειδοποίησε τον νέο να μην χάσει το θάρρος του από τα γεγονότα που θα συνέβαιναν και τον διαβεβαίωσε ότι θα ζούσε και θα γινόταν ένας ισχυρός αγγελιαφόρος της βασιλείας.

(1921.3) 177:1.5 Ο Ιωάννης Μάρκος ήταν ενθουσιασμένος από την ανάμνηση εκείνης της μέρας με τον Ιησού στους λόφους, αλλά ποτέ δεν ξέχασε την τελευταία συμβουλή του Κυρίου, που του έδωσε λίγο πριν ξεκινήσουν για την επιστροφή τους στην κατασκήνωση της Γεσθημανής: «Λοιπόν, Ιωάννη περάσαμε καλά μαζί και κουβεντιάσαμε όμορφα, μια πραγματική μέρα ξεκούρασης, αλλά πρόσεχε να μην πεις σε κανέναν αυτά που σου είπα.» Και ο Ιωάννης Μάρκος ποτέ δεν αποκάλυψε τι έγινε εκείνη την ημέρα που πέρασε με τον Ιησού στους λόφους.

(1921.4) 177:1.6 Όλες τις υπόλοιπες ώρες της επίγειας ζωής του Ιησού ο Ιωάννης Μάρκος ποτέ δεν άφησε από τα μάτια του τον Ιησού για πολύ ώρα. Πάντα ήταν ο νέος που παρευρισκόταν κρυμμένος κάπου κοντά¨ κοιμόταν μόνο όταν κοιμόταν ο Ιησούς.

2. Η ΠΡΩΤΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ

(1921.5) 177:2.1 Στην πορεία της συζήτησης με τον Ιωάννη Μάρκο, ο Ιησούς αφιέρωσε πολύ χρόνο στην σύγκριση της πρώτης παιδικής ηλικίας τους και τις μετέπειτα παιδικές εμπειρίες σαν αγόρια. Αν και οι γονείς του Ιωάννη είχαν περισσότερα από τα εγκόσμια αγαθά από ότι οι γονείς του Ιησού, ήταν πολλές εμπειρίες από την παιδική τους ηλικία που έμοιαζαν πολύ. Ο Ιησούς είπε πολλά πράγματα που βοήθησαν τον Ιωάννη να καταλάβει καλύτερα τους γονείς του και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Όταν ο νέος ρώτησε τον Κύριο πως θα ήξερε ότι έχει αρχίσει να γίνεται ένας «ισχυρός αγγελιαφόρος της βασιλείας,» ο Ιησούς είπε:

(1921.6) 177:2.2 «Ξέρω ότι θα αποδείξεις την πίστη σου στο ευαγγέλιο της βασιλείας επειδή μπορώ να βασιστώ στην τωρινή σου πίστη και αγάπη όταν αυτές οι ιδιότητες είναι βασισμένες σε μια εκπαίδευση που από τόσο νωρίς είχες από την οικογένειά σου. Είσαι καρπός μιας οικογένειας όπου οι γονείς αγαπούσαν ειλικρινά ο ένας τον άλλο, και για αυτό δεν έχεις παραχαϊδευτεί ώστε να σου μεγαλοποιηθεί επιβλαβώς η έννοια της σημαντικότητάς σου. Ούτε η προσωπικότητά σου έχει παραμορφωθεί από τους χωρίς αγάπη των γονιών που μερικές φορές κατευθύνουν την εμπιστοσύνη και πίστη των παιδιών τους, ο ένας ενάντια στον άλλο. Απόλαυσες την γονική αγάπη που εξασφαλίζει μια αξιέπαινη αυτοπεποίθηση και ενισχύει το συναίσθημα της ασφάλειας. Αλλά ήσουν επίσης τυχερός γιατί οι γονείς σου είχαν και σοφία εκτός από αγάπη¨ και ήταν η σοφία τους που τους έκανε να αποφύγουν τους περισσότερους τύπους αδυναμιών και τις πολλές πολυτέλειες που μπορεί να αγοράσει ο πλούτος ενώ σε έστειλαν στο σχολείο της συναγωγής μαζί με τους άλλα γειτονόπουλα φίλους σου, και ακόμα σε ενθάρρυναν να μάθεις πώς να ζεις στον κόσμο αφήνοντάς σε να αποκτάς γνήσιες εμπειρίες. Ήρθες στον Ιορδάνη, εκεί όπου κηρύσσαμε και οι μαθητές του Ιωάννη βάπτιζαν, μαζί με τον νεαρό σου φίλο το Άμος, Και οι δυο σας επιθυμούσατε να έρθετε μαζί μας. Όταν γυρίσατε στην Ιερουσαλήμ, οι γονείς σου συναίνεσαν¨ οι γονείς του Άμος αρνήθηκαν¨ αγαπούσαν τον γιο τους τόσο πολύ που του αρνήθηκαν την ευλογημένη εμπειρία που εσύ είχες, ακόμα και σαν αυτή που απολαμβάνεις σήμερα. Φεύγοντας από το σπίτι, ο Άμος θα μπορούσε μεν να έχει έρθει μαζί μας, αλλά κάνοντας αυτό θα είχε πληγώσει την αγάπη και θα είχε θυσιάσει την αφοσίωση στους δικούς του. Ακόμα και αν μια τέτοια πορεία ήταν συνετή, θα ήταν φοβερό τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσει για να ζήσει την εμπειρία, την ανεξαρτησία, και την ελευθερία. Οι συνετοί γονείς σαν τους δικούς σου, φροντίζουν ώστε τα παιδιά τους να μην χρειαστεί να πληγώσουν την αγάπη ή να καταπνίξουν την πίστη τους για να αναπτύξουν την ανεξαρτησία τους και να χαρούν την αναζωογονητική ελευθερία όταν θα έχουν φτάσει στην ηλικία σου.

(1922.1) 177:2.3 «Η αγάπη Ιωάννη, είναι η υπέρτατη πραγματικότητα του σύμπαντος όταν προσφέρεται από ολοκληρωμένες και συνετές υπάρξεις, αλλά είναι επικίνδυνη και συχνά ημι-ιδιοτελές χαρακτηριστικό όπως εκδηλώνεται από πολλούς θνητούς γονείς. Όταν παντρευτείς και έχεις δικά σου παιδιά να αναθρέψεις, να σιγουρευτείς ότι η αγάπη σου απονέμεται με σοφία και καθοδηγείται από τη λογική.

(1922.2) 177:2.4 «Ο νεαρός σου φίλος ο Άμος πιστεύει στο ευαγγέλιο της βασιλείας όσο και εσύ, αλλά δεν μπορώ να βασιστώ απόλυτα σε αυτόν¨ δεν είναι σίγουρος για το τι θα κάνει στα χρόνια που έρχονται. Τα πρώτα παιδικά του χρόνια δεν ήταν κατάλληλα για να δημιουργήσουν ένα απόλυτα αξιόπιστο άτομο. Ο Άμος μοιάζει πολύ με έναν από τους αποστόλους που δεν μπόρεσε να χαρεί μια φυσιολογική, στοργική, και σοφή οικογενειακή εκπαίδευση. Όλη η μελλοντική ζωή σου θα είναι πιο ευτυχισμένη και αξιόπιστη επειδή πέρασες τα πρώτα οκτώ σου χρόνια σε μια φυσιολογική και καλά συντονισμένη οικογένεια. Κατέχεις έναν ισχυρό και σφιχτοδεμένο χαρακτήρα επειδή μεγάλωσες σε μια οικογένεια που επικρατούσε η αγάπη και βασίλευε η σοφία. Μια τέτοια εκπαίδευση στα παιδικά χρόνια δημιουργεί ένα τύπο πίστης που με διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσεις με συνέπεια την πορεία που ξεκίνησες.»

(1922.3) 177:2.5 για περισσότερο από μια ώρα ο Ιησούς και ο Ιωάννης συνέχισαν αυτή την συζήτηση για την οικογενειακή ζωή. Ο Κύριος εξήγησε στον Ιωάννη πως ένα παιδί εξαρτάται απόλυτα από τους γονείς του και την οικογενειακή ζωή τους για την διαμόρφωση των πρώτων εννοιών για οτιδήποτε διανοητικό, κοινωνικό, ηθικό, ακόμα και πνευματικό εφόσον η οικογένεια αντιπροσωπεύει για το παιδί όλα όσα μπορεί να μάθει για πρώτη φορά είτε για τις ανθρώπινες ή θεϊκές σχέσεις. Το παιδί πρέπει να αποκομίζει τις πρώτες του εντυπώσεις για το σύμπαν από την φροντίδα της μητέρας¨ εξαρτάται απόλυτα από τον επίγειο πατέρα του για τις πρώτες ιδέες του για τον ουράνιο Πατέρα. Η μελλοντική ζωή του παιδιού γίνεται ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη, εύκολη ή δύσκολη, ανάλογα με την πρώτη νοητική και συναισθηματική ζωή, που καθορίζεται από αυτές τις κοινωνικές και πνευματικές σχέσεις της οικογένειας. Ολόκληρη η μελλοντική ζωή μιας ανθρώπινης ύπαρξης επηρεάζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τι συμβαίνει τα πρώτα χρόνια της ζωής του.

(1922.4) 177:2.6 Είναι ειλικρινή μας πεποίθηση ότι το ευαγγέλιο της διδασκαλίας του Ιησού, βασισμένο έτσι όπως είναι στην σχέση πατέρα – παιδιού, δεν θα μπορέσει να απολαύσει ευρεία αποδοχή μέχρι να έρθει κάποια στιγμή που η οικογενειακή ζωή των σύγχρονων πολιτισμένων λαών να περιλαμβάνει περισσότερη αγάπη και περισσότερη σοφία. Παρά το ότι οι γονείς στον εικοστό αιώνα κατέχουν σπουδαία γνώση και αυξημένη αλήθεια για την βελτίωση της οικογένειας και τον εξευγενισμό της οικογενειακής ζωής, παραμένει γεγονός ότι πολύ λίγες σύγχρονες οικογένειες οικογένειες είναι τόσο καλά μέρη για να αναθρέφουν αγόρια ή κορίτσια όσο η οικογένεια του Ιησού στην Γαλιλαία και του Ιωάννη Μάρκου στην Ιουδαία, μολονότι η αποδοχή του ευαγγελίου του Ιησού θα έχει αποτέλεσμα την άμεση βελτίωση της οικογενειακής ζωής. Η αγάπη σε μια σοφή οικογένεια και η πιστή αφοσίωση της αληθινής θρησκείας ασκούν μια βαθιά αμοιβαία επίδραση η μία επάνω στην άλλη. Μια τέτοια οικογενειακή ζωή εμπλουτίζει την θρησκεία, και η γνήσια θρησκεία πάντα δοξάζει την οικογένεια.

(1923.1) 177:2.7 Είναι αλήθεια ότι πολλές από τις απαράδεκτες επιδράσεις εντυπωσιασμού και άλλα περιοριστικά χαρακτηριστικά αυτών των παλαιών Εβραϊκών οικογενειών μπορεί να έχουν ουσιαστικά εξαλειφθεί από πολλές καλύτερα συγκροτημένες σύγχρονες οικογένειες. Υπάρχει πραγματικά, περισσότερη ελευθερία στον αυθορμητισμό και πολύ περισσότερη ατομική ελευθερία, αλλά αυτή η ελευθερία δεν χαλιναγωγείται καθόλου από την αγάπη, ούτε τροποποιείται από την πίστη, ούτε κατευθύνεται από την λογική πειθαρχία της σοφίας. Όσο διδάσκουμε τα παιδιά μα προσεύχονται, «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς,» βρίσκεται τεράστια ευθύνη στους γήινους πατέρες να ζουν και να διευθύνουν τις οικογένειές τους έτσι ώστε η λέξη πατέρας να φυλάσσεται ευλαβικά στα μυαλά όλων των αναπτυσσόμενων παιδιών.

3. Η ΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ

(1923.2) 177:3.1 Οι απόστολοι πέρασαν την περισσότερη μέρα περπατώντας στο Όρος των Ελαιών και κουβεντιάζοντας με τους μαθητές του που είχαν κατασκηνώσει μαζί τους, αλλά νωρίς το απόγευμα άρχισαν να επιθυμούν να την επιστροφή του Ιησού. Όσο περνούσε η μέρα, ανησυχούσαν όλο και πιο πολύ για την ασφάλειά του¨ αισθανόντουσαν απερίγραπτα μόνοι χωρίς αυτόν. Όλη την μέρα υπήρξαν πολλές διαφωνίες για το αν έπρεπε να αφήσουν τον Κύριο να φύγει μόνος του στους λόφους, με συντροφιά μόνο ένα παιδί για τα θελήματα.. Αν και κανένας άνδρας δεν εξέφρασε τις σκέψεις του ανοιχτά, δεν υπήρχε κανένας τους, εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, που δεν επιθυμούσε να είναι στην θέση του Ιωάννη Μάρκου.

(1923.3) 177:3.2 Ήταν περίπου κατά το απόγευμα όταν ο Ναθαναήλ έβγαλε μια ομιλία για «την υπέρτατη επιθυμία» στους μισούς περίπου αποστόλους και σε άλλους τόσους μαθητές, ο επίλογος της οποίας ήταν: «Αυτό που δεν πηγαίνει καλά με τους περισσότερους από μας είναι ότι είμαστε απρόθυμοι. Δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τον Κύριο , όπως μας αγαπά αυτός. Αν όλοι θέλαμε να πάμε μαζί του όσο το ήθελε ο Ιωάννης Μάρκος, σίγουρα θα μας έπαιρνε μαζί του. Εμείς στεκόμασταν εκεί όταν ο νεαρός πλησίασε τον Κύριο και του προσέφερε το καλάθι, αλλά όταν ο Κύριος το έπιασε με τα χέρια του, ο νέος δεν το άφηνε. Και έτσι λοιπόν, ο Κύριος μας άφησε εδώ ενώ αυτός πήγε στους λόφους μαζί με το καλάθι, το αγόρι, και όλα αυτά.»

(1923.4) 177:3.3 Περίπου κατά τις τέσσερις, ήρθαν αγγελιαφόροι στον Δαβίδ του Ζεβεδαίου και του έφεραν μηνύματα από την μητέρα του στην Βηθσαΐδα και από την μητέρα του Ιησού. Πολλές μέρες πριν ο Δαβίδ είχε καταλάβει ότι οι αρχιερείς και οι ηγέτες επρόκειτο να σκοτώσουν τον Ιησού. Ο Δαβίδ ήξερε ότι ήταν αποφασισμένοι να καταστρέψουν τον Κύριο, και ήταν σχεδόν πεπεισμένος ότι ο Ιησούς δεν θα επέβαλλε την Θεϊκή του δύναμη για να σωθεί ούτε θα άφηνε του οπαδούς του να χρησιμοποιήσουν βία για να τον υπερασπιστούν. Έχοντας φτάσει σε αυτά τα συμπεράσματα, δεν έχασε χρόνο και έστειλε ένα αγγελιαφόρο στην μητέρα του, και την προέτρεπε να έρθει αμέσως στην Ιερουσαλήμ και να φέρει μαζί του την Μαρία την μητέρα του Ιησού και κάθε μέλος της οικογένειάς του.

(1923.5) 177:3.4 Η μητέρα του Δαβίδ έκανε όπως της ζήτησε ο γιος της, και τώρα ι αγγελιαφόροι έφερναν το μήνυμα ότι η μητέρα του και ολόκληρη η οικογένεια του Ιησού βρισκόντουσαν στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ και θα έφταναν αργά την επόμενη μέρα ή πολύ νωρίς το άλλο πρωί. Εφόσον ο Δαβίδ είχε κάνει αυτό με δική του πρωτοβουλία, θεώρησε σωστό να μην αποκαλύψει στους άλλους αυτό το θέμα. Έτσι λοιπόν, δεν το είπε σε κανέναν ότι η οικογένεια του Ιησού βρισκόταν στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ.

(1924.1) 177:3.5 Λίγο μετά το μεσημέρι, περισσότεροι από είκοσι από τους Έλληνες που είχαν συναντηθεί με τον Ιησού και οι δώδεκα στο σπίτι του Ιωσήφ της Αριμαθαίας έφτασαν στην κατασκήνωση, και ο Πέτρος και ο Ιωάννης πέρασαν πολλές ώρες κουβεντιάζοντας μαζί τους. Αυτοί οι Έλληνες, τουλάχιστον μερικοί από αυτούς, ήταν καλά προχωρημένοι στην γνώση της βασιλείας, αφού είχαν διδαχθεί από τον Ροδανό στην Αλεξάνδρεια.

(1924.2) 177:3.6 Εκείνο το βράδυ, αφού γύρισε στον καταυλισμό, ο Ιησούς συζήτησε μόνο με τους Έλληνες, και μόνο επειδή ήξερε ότι κάτι τέτοιο θα ενοχλούσε πολύ τους αποστόλους και πολλούς από τους κυριότερους του μαθητές, θα είχε χειροτονήσει αυτούς τους είκοσι Έλληνες, όπως είχε κάνει και με τους εβδομήντα.

(1924.3) 177:3.7 Ενώ όλα αυτά συνέβαιναν στην κατασκήνωση, στην Ιερουσαλήμ οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι παραξενεύτηκαν που ο Ιησούς δεν επέστρεψε για να βγάλει λόγο στον λαό. Είναι αλήθεια, την προηγούμενη μέρα, όταν έφυγε από τον ναό, είχε πει, «Σας αφήνω το σπίτι σας έρημο.» Αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί θα ήταν πρόθυμος να παραιτηθεί από το σπουδαίο του πλεονέκτημα που είχε αναπτύξει στην φιλική στάση του πλήθους. Ενώ φοβόντουσαν ότι θα υποκινούσε ταραχές στον λαό, τα τελευταία λόγια του Κυρίου προς το πλήθος ήταν μια παρότρυνση να συμβιβαστούν με κάθε λογικό τρόπο με την εξουσία εκείνων «που κάθονται στην θέση του Μωυσή». Αλλά ήταν μια πολύ γεμάτη μέρα από δραστηριότητες στην πόλη αφού την ίδια στιγμή ετοιμαζόντουσαν για το Πάσχα και τελειοποιούσαν και τα σχέδιά τους για την καταστροφή του Ιησού.

(1924.4) 177:3.8 Δεν ήρθαν πολλοί άνθρωποι στον καταυλισμό, γιατί η ίδρυση του είχε κρατηθεί μυστική από όλους όσους ήξεραν ότι ο Ιησούς περίμενε να μένει εκεί αντί να πηγαίνει στην Βηθανία κάθε νύχτα.

4. Ο ΙΟΥΔΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ

(1924.5) 177:4.1 Λίγο μετά αφού έφυγαν από την κατασκήνωση ο Ιησούς και ο Ιωάννης Μάρκος, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης εξαφανίστηκε από τους αδερφούς του, και δεν επέστρεψε μέχρι αργά το απόγευμα. Αυτός ο συγχυσμένος και δυσαρεστημένος απόστολος, παρά την σαφή εντολή του Κυρίου να αποφύγει να πάει στην Ιερουσαλήμ, πήγε βιαστικά στο ραντεβού του με τους εχθρούς του Ιησού στο σπίτι του Καϊάφα του αρχιερέα. Ήταν μια άτυπη συνάντηση των Σανχεντρίν και είχε κανονιστεί για λίγο μετά τις δέκα εκείνο το πρωί. Αυτή η συνάντηση είχε κανονιστεί για να συζητήσουν την φύση των αλλαγών που θα έπρεπε να κάνουν ενάντια στον Ιησού και να αποφασίσουν την διαδικασία που θα ακολουθούσαν για να τον φέρουν ενώπιον των Ρωμαϊκών αρχών με τον σκοπό να κατοχυρώσουν την απαραίτητη αστική έγκριση για την θανατική καταδίκη που του είχαν ήδη επιρρίψει.

(1924.6) 177:4.2 Την προηγούμενη ημέρα ο Ιούδας είχε αποκαλύψει σε μερικούς από τους συγγενείς του και σε μερικούς Σαδδουκαίους φίλους της οικογένειας του πατέρα του ότι είχε φτάσει στο συμπέρασμα ότι, αν και ο Ιησούς ήταν ένας καλοπροαίρετος ονειροπόλος και ιδεαλιστής, δεν ήταν ο απελευθερωτής του Ισραήλ που περίμεναν. Ο Ιούδας δήλωσε ότι θα ήθελε πολύ να βρει κάποιο τρόπο να αποσυρθεί ευγενικά από το όλο κίνημα. Οι φίλοι του τον διαβεβαιωσαν πολύ κολακευτικά ότι η απόσυρσή του θα χαιρετιζόταν πανηγυρικά από τους Εβραίους ηγέτες σαν ένα σπουδαίο γεγονός, και ότι θα ανταμειβόταν με πολλές τιμές. Τον έκαναν να πιστέψει ότι θα ελάμβανε πολλές τιμές από τους Σανχεντρίν, και ότι θα ήταν σε θέση να εξαλείψει τον στιγματισμό αυτής της καλοπροαίρετης αλλά «ατυχούς σχέσης του με τους αμόρφωτους Γαλιλαίους.»

(1924.7) 177:4.3 Ο Ιούδας δεν μπορούσε να πιστέψει πραγματικά ότι τα θαύματα του Κυρίου είχαν προκληθεί από την δύναμη του πρίγκιπα των διαβόλων, αλλά τώρα ήταν εντελώς πεπεισμένος ότι ο Ιησούς δεν θα χρησιμοποιούσε την δύναμή του για να δείξει το μεγαλείο του¨ είχε επιτέλους πειστεί ότι ο Ιησούς θα άφηνε να καταστραφεί από τους Εβραίους ηγέτες, και αυτός δεν μπορούσε να αντέξει την ταπεινωτική σκέψη ότι θα ταυτιζόταν με ένα ηττημένο κίνημα. Δεν μπορούσε να δεχτεί την ιδέα της ολοφάνερης αποτυχίας. Καταλάβαινε πολύ καλά τον ισχυρό χαρακτήρα του Κυρίου του και την οξύτητα του μεγαλειώδους και ελεήμονα νου του, όμως αισθανόταν ικανοποίηση ακόμα και από κάποια μεροληπτική άποψη κάποιου συγγενή τους ότι ο Ιησούς, αν και ήταν ένας καλοπροαίρετος φανατικός, μάλλον όμως δεν είχε σώας τας φρένας¨ ότι πάντα φαινόταν παράξενος και παρεξηγημένος.

(1925.1) 177:4.4 Και τώρα, όσο ποτέ άλλοτε, ο Ιούδας βρέθηκε να αισθάνεται παράξενα χολωμένος που ο Ιησούς δεν του είχε αναθέσει ποτέ καμιά θέση περισσότερο τιμητική. Μέχρι τώρα εκτιμούσε την τιμή του να είναι ο αποστολικός ταμίας, αλλά τώρα άρχισε να αισθάνεται ότι δεν τον είχαν εκτιμήσει όσο έπρεπε¨ ότι οι ικανότητές του δεν είχαν αναγνωριστεί. Ξαφνικά τον κατέλαβε αγανάκτηση που ο Πέτρος, ο Ιάκωβος, και ο Ιωάννης είχαν τιμηθεί με την πιο στενή σχέση με τον Ιησού, και εκείνη την ώρα, όταν ήταν στον δρόμο για το σπίτι του αρχιερέα, σκεφτόταν να πατσίσει με τον Πέτρο, τον Ιάκωβο, και τον Ιωάννη περισσότερο από όσο σκεφτόταν να προδώσει τον Ιησού. Αλλά πάνω από όλα, ακριβώς τότε, μια νέα σκέψη άρχισε να καταλαμβάνει κυριαρχικά τουλάχιστον τον συνειδητό του νου: Είχε ξεκινήσει για να τιμήσει τον εαυτό του, και αν αυτό θα το πετύχαινε συγχρόνως μα την ανταπόδοση των ίσων σε όσους είχαν συμβάλλει στην μεγαλύτερη απογοήτευση της ζωής του, τόσο το καλύτερο. Τον είχε καταλάβει μια τρομερή συνωμοσία σύγχυσης, υπερηφάνειας, απόγνωσης, και αποφασιστικότητας. Γι αυτό θα πρέπει να είναι σαφές ότι ο Ιούδας δεν πήγαινε στο σπίτι του Καϊάφα να κανονίσει την προδοσία του Ιησού αποσκοπώντας στα χρηματική οφέλη.

(1925.2) 177:4.5 Όταν ο Ιούδας πλησίαζε στο σπίτι του Καϊάφα, κατέληξε στην τελική απόφαση να εγκαταλείψει τον Ιησού και τους συντρόφους του αποστόλους¨ και έχοντας αποφασίσει να εγκαταλείψει τον σκοπό της βασιλείας των ουρανών, είχε καταλήξει να εξασφαλίσει για τον εαυτό του όσο το δυνατόν περισσότερες από τις τιμές και δόξες που νόμιζε ότι θα αποκτούσε όταν για πρώτη φορά ταυτίστηκε με τον Ιησού και το νέο ευαγγέλιο της βασιλείας.. Όλοι οι απόστολοι κάποια στιγμή μοιράστηκαν αυτή την φιλοδοξία με τον Ιούδα, αλλά όσο περνούσε ο καιρός μάθαιναν να θαυμάζουν την αλήθεια και να αγαπούν τον Ιησού, τουλάχιστον περισσότερο από τον Ιούδα.

(1925.3) 177:4.6 Τον προδότη παρουσίασε στον Καϊάφα και στους Εβραίους ηγέτες ο ξάδερφος του που εξήγησε ότι ο Ιούδας, έχοντας καταλάβει το λάθος του που άφησε να τον παραπλανήσουν οι λεπτές διδασκαλίες του Ιησού, έφτασε σε εκείνο το μέρος που επιθυμούσε να δημοσιοποιήσει και την τυπική αποκήρυξη της σχέσης του με τον Γαλιλαίο και την ίδια στιγμή να ζητήσει να αποκατασταθεί στην εμπιστοσύνη και την κοινωνία των Εβραίων αδερφών του. Αυτός ο αντιπρόσωπος του Ιούδα συνέχισε να εξηγεί ότι ο Ιούδας αναγνώριζε ότι θα ήταν καλύτερο για την ειρήνη του Ισραήλ αν ο Ιησούς συλλαμβανόταν και έμπαινε σε περιορισμό, και ότι για απόδειξη την λύπης του που συμμετείχε σε μια τέτοια εσφαλμένη κίνηση και σε ένδειξη ειλικρίνειας ότι επέστρεψε στις διδασκαλίες του Μωυσή, είχε έρθει να προσφερθεί στους Σανχεντρίν για να κανονίσει με τον υπεύθυνο της σύλληψης του Ιησού ώστε να συλληφθεί ήσυχα, αποφεύγοντας έτσι την υποκίνηση εξέγερσης στον λαό ή την ανάγκη να αναβληθεί η σύλληψή του για μετά το Πάσχα.

(1925.4) 177:4.7 Όταν ο ξάδερφός του σταμάτησε να μιλά, παρουσίασε τον Ιούδα, ο οποίος, κάνοντας ένα βήμα μπροστά πλησιάζοντας τον αρχιερέα, είπε: «Όλα όσα υποσχέθηκε ο ξάδερφός μου, θα τα πράξω, αλλά εσείς τι θα μου δώσετε για αυτές τις υπηρεσίας μου;» Ο Ιούδας μάλλον δεν μπόρεσε να διακρίνει το ύφος της αποστροφής ακόμα και αηδίας στο πρόσωπο του σκληρόκαρδου και ματαιόδοξου Καϊάφα¨ η καρδιά του ήταν τόσο απασχολημένη με την απόκτηση προσωπικής δόξας και από την επιθυμία της ικανοποίησης της προσωπικής του προαγωγής.

(1926.1) 177:4.8 Και τότε ο Καϊάφας κοίταξε τον προδότη και είπε: Ιούδα, πήγαινε στον λοχαγό της φρουράς και κανόνισε με εκείνο τον αξιωματικό να φέρετε τον Κύριό σου σε μας είτε απόψε το βράδυ, είτε αύριο, και όταν παραδοθεί στα χέρια μας, θα λάβεις την αμοιβή για τις υπηρεσίες σου.» Όταν ο Ιούδας το άκουσε αυτό, αποσύρθηκε από την παρουσία των αρχιερέων και των ηγετών και έκανε διαβουλεύσεις με τον λοχαγό της φρουράς του ναού για το πώς θα συλλάμβαναν τον Ιησού. Ο Ιούδας γνώριζε ότι ο Ιησούς απουσίαζε τότε από την κατασκήνωση και δεν είχε ιδέα για το πότε θα γύριζε εκείνο το βράδυ, έτσι συμφώνησαν να συλλάβουν τον Ιησού το επόμενο βράδυ (Πέμπτη) αφού οι άνθρωποι από την Ιερουσαλήμ και όλοι οι επισκέπτες προσκυνητές θα είχαν αποσυρθεί για την νύχτα.

(1926.2) 177:4.9 Ο Ιούδας γύρισε στους συντρόφους του στον καταυλισμό μεθυσμένος από σκέψεις μεγαλείου και δόξας τόσες όσες δεν είχε δει ποτέ μέχρι τώρα στην ζωή του. Είχε ταχθεί με τον Ιησού ελπίζοντας μια μέρα να γίνει σπουδαίος στην νέα βασιλεία. Τελικά κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο να υπάρξει τέτοια βασιλεία όπως την περίμενε. Αλλά χαιρόταν που ήταν τόσο μυαλωμένος και αντάλλαξε την απογοήτευση του για την αποτυχία να αποκτήσει δόξα στο μελλοντικό νέο βασίλειο με την άμεση εκπλήρωση τιμών και ανταμοιβών στην παλαιά τάξη, που τώρα πίστευε ότι θα επιζούσε, και που ήταν σίγουρος ότι θα κατέστρεφε τον Ιησού και όλα αυτά που εκπροσώπευε. Το τελευταίο συνειδητό κίνητρο της προδοσίας του Ιούδα, έδειχνε ότι ήταν η δειλή πράξη ενός ιδιοτελούς λιποτάκτη του οποίου η μόνη σκέψη ήταν η προσωπική του ασφάλεια και δόξα, μη λογαριάζοντας τις συνέπειες της συμπεριφοράς του ως προς τον Κύριό του και στους πρώην συντρόφους του.

(1926.3) 177:4.10 Αλλά πάντα έτσι ήταν. Ο Ιούδας από καιρό είχε καταπιαστεί με αυτές τις επίμονες, ιδιοτελείς, και μνησίκακες σκέψεις, και η καρδιά του άρχισε να νοιώθει από καιρό αυτές τις σιχαμερές και μοχθηρές επιθυμίες εκδίκησης και απιστίας. Ο Ιησούς αγαπούσε και εμπιστευόταν τον Ιούδα όσο και τους άλλους αποστόλους, αλλά ο Ιούδας δεν μπόρεσε να αναπτύξει πίστη και εμπιστοσύνη και σε ανταπόδοση να νοιώσει την ολόκαρδη αγάπη. Και πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει η φιλοδοξία όταν συνδυάζεται με ιδιοτέλεια και υποκινείται από σκοτεινή και από πολύ καιρό συγκαλυμμένη μνησικακία! Τι συντριπτική απογοήτευση στις ζωές εκείνων των ανόητων ανθρώπων που, έχοντας δεσμευμένη την προσοχή τους στα αόριστα και μεταβατικά δέλεαρ του χρόνου, τυφλώνονται ως προς τα ανώτερα και πιο αληθινά αιώνια επιτεύγματα των αθάνατων κόσμων των θεικών αξιών και των πραγματικών πνευματικών αληθειών. Ο Ιούδας ποθούσε εγκόσμιες τιμές με τον νου του και σιγά- σιγά έφτασε να αγαπά αυτή του την επιθυμία με όλη του την καρδιά¨ και οι άλλοι απόστολοι ποθούσαν αυτές τις ίδιες εγκόσμιες τιμές με το μυαλό τους, αλλά με την καρδιά τους αγαπούσαν τον Ιησού και έκαναν ότι μπορούσαν για να μάθουν να αγαπούν και τις αλήθειες που τους δίδασκε.

(1926.4) 177:4.11 Ο Ιούδας δεν το συνειδητοποιούσε εκείνη την στιγμή, αλλά υποσυνείδητα κριτικάριζε τον Ιησού από τότε που αποκεφαλίστηκε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής από τον Ηρώδη. Βαθιά μέσα στην καρδιά του ο Ιούδας ποτέ δεν μπόρεσε να χωνέψει το γεγονός ότι ο Ιησούς δεν έσωσε τον Ιωάννη. Μην ξεχνάτε ότι ο Ιούδας ήταν μαθητής του Ιωάννη πριν γίνει οπαδός του Ιησού. Και όλη αυτή η συσσώρευση ανθρώπινων αρνητικών συναισθημάτων και πικρών απογοητεύσεων που υπόθαλπε μέσα στην ψυχή του ο Ιούδας περιβάλλοντας τα και με το μίσος τώρα οργανώθηκαν καλά μέσα στο υποσυνείδητό του και ήταν έτοιμα να ξεπηδήσουν και να τον καταπιούν όταν τόλμησε να αποχωριστεί από την υποστηρικτική επίδραση των αδερφών του ενώ συγχρόνως ήταν εκτεθειμένος στις έξυπνες ραδιουργίες και καλυμμένη κοροϊδία των εχθρών του Ιησού. Κάθε φορά που ο Ιούδας άφηνε τις ελπίδες του να πετάξουν ψηλά και ο Ιησούς έκανε ή έλεγε κάτι που τις έκανε κομμάτια, στην καρδιά του Ιούδα έμενε και ένα σημάδι πικρής προσβολής¨ και όσο πολλαπλασιάζονταν αυτές οι ουλές, πολύ σύντομα, αυτή η καρδιά, που πληγώθηκε τόσες φορές, έχασε όλη της την πραγματική αγάπη προς εκείνον που είχε επιφέρει αυτές τις δυσάρεστες εμπειρίες σε μια καλοπροαίρετη αλλά φοβισμένη και εγωκεντρική προσωπικότητα. Ο Ιούδας δεν το καταλάβαινε, αλλά ήταν δειλός. Γι αυτό είχε πάντα την τάση να επιρρίπτει δειλία στον Ιησού σαν το κίνητρο που τον έκανε να αρνείται να θέλει να αποκτήσει δύναμη ή δόξα παρόλο που πολύ εύκολα θα μπορούσε να τα έχει. Και κάθε θνητός άνθρωπος γνωρίζει πολύ καλά πως η αγάπη, ακόμα κι αν κάποτε ΄ήταν γνήσια, μπορεί, μέσα από τις απογοητεύσεις, την ζήλια, και τις συνεχείς προσβολές, να μετατραπεί τελικά σε κανονικό μίσος.

(1927.1) 177:4.12 Επιτέλους οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι αισθάνθηκαν ξελαφρωμένοι για μερικές ώρες. Δεν θα χρειαζόταν να συλλάβουν τον Ιησού δημόσια, και κατοχυρώνοντας τον Ιούδα σαν καταδότη σύμμαχο σιγουρευόντουσαν ότι ο Ιησούς δεν θα ξέφευγε από την δικαιοδοσία τους όπως είχε κάνει τόσες φορές στο παρελθόν.

5. Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΩΡΑ

(1927.2) 177:5.1 Αφού ήταν Τετάρτη , εκείνο το βράδυ στον καταυλισμό ήταν ώρα κοινωνική. Ο Κύριος προσπαθούσε να δώσει κουράγιο στους μελαγχολικούς αποστόλους, αλλά αυτό ήταν σχεδόν αδύνατο. Όλοι άρχιζαν να συνειδητοποιούν ότι πλησίαζαν τα ανατρεπτικά και συντριπτικά γεγονότα. Δεν μπορούσαν να είναι ευδιάθετοι, ούτε ακόμα και όταν ο Κύριος έκανε μια αναδρομή σε όλα τα χρόνια της σχέσης τους, στην αγάπη που αισθανόντουσαν ο ένας για τον άλλο, και στα πολλαπλά γεγονότα που είχαν συμβεί. Ο Ιησούς έκανε προσεχτικές έρευνες για τις οικογένειες όλων των αποστόλων και, κοιτάζοντας προς τον Δαβίδ του Ζεβεδαίου, ρώτησε αν κανένας τους είχε κάποιο νέο από την μητέρα του, την μικρότερη αδερφή του, ή τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Ο Δαβίδ χαμήλωσε τα μάτια του¨ φοβόταν να απαντήσει.

(1927.3) 177:5.2 Τότε ήταν που ο Ιησούς προειδοποίησε τους οπαδούς του να προσέχουν και να είναι επιφυλακτικοί ως προς την υποστήριξη του πλήθους. Ανέτρεξε στις εμπειρίες τους στην Γαλιλαία όταν πολλές φορές μεγάλος αριθμός ανθρώπων τους ακολουθούσε με ενθουσιασμό, και έπειτα με τον ίδιο ζήλο στράφηκαν εναντίον τους και γύρισαν στο προηγούμενο τρόπο ζωής και πίστης τους. Και έπειτα είπε: «Και έτσι δεν πρέπει να επιτρέψετε στους εαυτούς σας να εξαπατηθούν από τα μεγάλα πλήθη που μας άκουσαν στον ναό, και έδειξαν να πιστεύουν στην διδασκαλία μας. Αυτός ο όχλος ακούει την αλήθεια και την πιστεύει επιφανειακά με το μυαλό του, αλλά λίγοι από αυτούς αφήνουν τον λόγο της αλήθειας να φτάσει στις ζωντανές ρίζες της καρδιάς τους. Εκείνοι που γνωρίζουν το ευαγγέλιο μόνο με τον νου, και που δεν το έχουν νοιώσει μέσα στην καρδιά τους, δεν μπορούν να είναι αξιόπιστοι για υποστήριξη όταν αρχίσουν τα πραγματικά προβλήματα. Όταν οι ηγέτες των Εβραίων φτάσουν σε μια συμφωνία για να καταστρέψουν τον Υιό του Ανθρώπου, και όταν χτυπήσουν ομόφωνα, τότε θα δείτε τα πλήθη είτε να το σκανε φοβισμένοι ή να στέκονται σιωπώντας με δειλία όσο αυτοί οι παρανοϊκοί και τυφλοί ηγέτες οδηγούν τους δασκάλους του ευαγγελίου της αλήθειας στον θάνατο. Και μετά, όταν οι έχθρες και οι διώξεις εναντίον σας αρχίσουν, ακόμα και άλλοι που νομίζετε ότι αγαπούν την αλήθεια θα σκορπίσουν, και μερικοί θα αποκηρύξουν το ευαγγέλιο και θα σας εγκαταλείψουν. Σήμερα αναπαυτήκατε για να αντιμετωπίστε αυτά που μας περιμένουν. Προσέξτε, λοιπόν, και προσευχηθείτε το πρωί να έχετε ενισχύσει τις δυνάμεις σας για τις μέρες που θα ακολουθήσουν.»

(1927.4) 177:5.3 Η ατμόσφαιρα της κατασκήνωσης ήταν φορτισμένη με απερίγραπτη ένταση. Σιωπηλοί αγγελιαφόροι πηγαινοερχόντουσαν, και επικοινωνούσαν μόνο με τον Δαβίδ του Ζεβεδαίου. Πριν περάσει το βράδυ, κάποιοι ήξεραν ότι ο Λάζαρος είχε φύγει εσπευσμένα από την Βηθανία. Ο Ιωάννης Μάρκος ήταν δυσοίωνα σιωπηλός από τότε που γύρισε στην κατασκήνωση, παρόλο που είχε περάσει όλη την ημέρα με την συντροφιά του Κυρίου. Κάθε προσπάθεια να τον πείσουν να μιλήσει έδειχνε καθαρά μόνο ότι ο Ιησούς του είχε πει να μην μιλά.

(1928.1) 177:5.4 Ακόμα και η καλή διάθεση και η ασυνήθιστη κοινωνικότητα του Κυρίου τους φόβιζαν. Όλοι αισθανόντουσαν κάποια το τράβηγμα της απομόνωσης που καταλάβαιναν ότι τους πλησίαζε συντριπτικά και αιφνιδιαστικά, και αισθανόντουσαν τρομοκρατημένοι. Αόριστα διαισθανόντουσαν τι θα συνέβαινε, και κανένας τους δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει αυτή την δοκιμασία. Ο Κύριος έλειπε όλη την ημέρα¨ τους είχε λείψει τρομερά.

(1928.2) 177:5.5 Εκείνη η Τετάρτη το βράδυ, και μέχρι την ώρα του θανάτου του Κυρίου, ήταν το χαμηλότερο στάδιο της πνευματικής τους κατάστασης. Αν και η επόμενη μέρα ήταν μια ακόμα μέρα πλησιέστερα προς την τραγική Παρασκευή , όμως, ήταν μαζί τους, και πέρασαν τις δύσκολες ώρες κάπως καλύτερα.

(1928.3) 177:5.6 Ήταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα όταν ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι αυτή θα ήταν η τελευταία νύχτα που θα κοιμόταν ανάμεσα στους επίλεκτούς του στην γη, είπε, όταν τους καληνύχτιζε: «Πηγαίνετε να κουνηθείτε, αδερφοί μου, και είθε η ειρήνη να βασιλεύει σε σας μέχρι να σηκωθούμε το πρωί, άλλη μια μέρα που θα πράξουμε το θέλημα του Πατέρα και θα ζήσουμε την χαρά της γνώσης του ότι είμαστε γιοι του.»

Foundation Info

Προβολή για εκτύπωσηΠροβολή για εκτύπωση

Urantia Foundation, 533 W. Diversey Parkway, Chicago, IL 60614, USA
Tel: +1-773-525-3319; Fax: +1-773-525-7739
© Urantia Foundation. Όλα τα δικαιώματα κρατημένα.