ΕΓΓΡΑΦΟ 115, ΤΟ ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΟΝ
Το Βιβλίο της Ουράντια
ΕΓΓΡΑΦΟ 115
ΤΟ ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΟΝ
(1260.1) 115:0.1 Έναντι του Θεού τού Πατέρα, η υϊκή σχέση είναι η σημαντική σχέση. Έναντι του Θεού του Υπέρτατου, η επίτευξη είναι η προϋπόθεση για την κατάσταση ενός ατόμου – το άτομο πρέπει να κάνει κάτι, αλλά και να γίνει κάτι.
1. Η ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΛΑΙΣΙΩΝ ΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ
(1260.2) 115:1.1 Μονομερείς, ατελείς και εξελισσόμενες, οι διάνοιες θα ήσαν αδύναμες στο κυρίαρχο σύμπαν, θα ήσαν ανίκανες να σχηματίσουν το αρχικό, λογικό πρότυπο σκέψης, αν δεν υπήρχε η εγγενής ικανότητα κάθε διάνοιας, ανώτερης, ή κατώτερης, να σχηματίζει ένα συμπαντικό πλαίσιο μέσα στο οποίο να λειτουργεί. Αν ο νους δεν μπορεί να εμβαθύνει σε συμπεράσματα, αν δεν μπορεί να εισχωρήσει στις πραγματικές αιτίες,1 τότε ένας τέτοιος νους, πάντα υποθέτει τα συμπεράσματα και εφευρίσκει αιτίες, οι οποίες μπορεί να έχουν ένα τρόπο λογικής σκέψης μέσα στο πλαίσιο αυτών των διανοητικά δημιουργημένων υποθέσεων. Και ενώ τα συμπαντικά αυτά πλαίσια για την σκέψη των πλασμάτων είναι απαραίτητα για τις λογικές, διανοητικές λειτουργίες, είναι, χωρίς εξαίρεση, λανθασμένα σ’ ένα μεγαλύτερο, ή μικρότερο βαθμό.
(1260.3) 115:1.2 Τα διανοητικά πλαίσια του σύμπαντος είναι μόνο σχετικώς πραγματικά. Είναι οι εξυπηρετικές σκαλωσιές, που πρέπει, τελικά, να παραμερίσουν μπροστά στην επέκταση της διευρυνόμενης κοσμικής αντίληψης. Η κατανόηση της αλήθειας, της ομορφιάς, της καλοσύνης, της ηθικής, της δεοντολογίας, του καθήκοντος, της αγάπης, του θείου, της προέλευσης, της ύπαρξης, του προορισμού, του πεπρωμένου, του χρόνου, του διαστήματος, ακόμη και της Θεότητας, είναι μόνο σχετικά αληθής. Ο Θεός είναι πολύ, πάρα πολύ περισσότερο από Πατέρας, αλλά η πατρική ιδιότητα είναι η ανώτερη αντίληψη που μπορεί να έχει ο άνθρωπος σχετικά με τον Θεό. Παρά ταύτα, η παρουσίαση της σχέσης Δημιουργού-δημιουργήματος ως σχέση πατέρα-υιού, προσαυξάνεται από την υπεράνω του ανθρώπινου, εκείνη αντίληψη της Θεότητας, η οποία θα κατακτηθεί στον Όρβοντον, τη Χαβόνα και τον Παράδεισο. Ο άνθρωπος πρέπει να σκέπτεται σ’ ένα θνητό, συμπαντικό πλαίσιο, τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να οραματισθεί ένα άλλο, ανώτερο πλαίσιο, μέσα στο οποίο μπορεί να δημιουργηθεί η σκέψη.
(1260.4) 115:1.3 Για να διευκολυνθεί η ανθρώπινη κατανόηση του σύμπαντος των συμπάντων, τα διαφορετικά επίπεδα της κοσμικής πραγματικότητας ορίσθηκαν ως πεπερασμένο, απολυτοειδές και απόλυτο. Από αυτά, μόνο το απόλυτο είναι απεριόριστα αιώνιο, αληθινά υπαρκτό. Το απολυτοειδές και το πεπερασμένο είναι παράγωγα, τροποποιήσεις, περιορισμοί και υποτονισμοί της αυθεντικής και πρωταρχικής, απόλυτης πραγματικότητας του απείρου.
(1260.5) 115:1.4 Οι χώροι του πεπερασμένου υφίστανται λόγω του αιώνιου σκοπού του Θεού. Τα πεπερασμένα πλάσματα, ανώτερα και κατώτερα, μπορεί να προτείνουν θεωρίες και να πράττουν σύμφωνα με τις αναγκαιότητες του πεπερασμένου στην κοσμική οικονομία, αλλά σε τελική ανάλυση υπάρχουν επειδή έτσι θέλει ο Θεός. Το σύμπαν δεν μπορεί να ερμηνευθεί, ούτε μπορεί ένα πεπερασμένο πλάσμα να προτείνει μια λογική αιτία για την ίδια του την ύπαρξη ως άτομο, χωρίς να επικαλεσθεί τα πρότερα έργα και την προϋπάρχουσα βούληση των προγονικών υπάρξεων, Δημιουργών, ή γεννητόρων.
2. ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΕΡΤΑΤΟ
(1261.1) 115:2.1 Από την πλευρά της ύπαρξης, τίποτα καινούργιο δεν μπορεί να συμβεί σ’ όλους τους γαλαξίες, αφού η ολοκλήρωση του απείρου, εγγενής στο ΕΙΜΑΙ, είναι πάντα παρούσα στα επτά Απόλυτα, είναι λειτουργικά συνδεδεμένη στις τριαδικότητες2 και δι’ εκπομπής συνδεδεμένη με τις τριοδικότητες.3 Το γεγονός, ωστόσο, ότι το άπειρο είναι με τον τρόπο αυτό υπαρξιακά παρόν σ’ αυτές τις απόλυτες σχέσεις, με κανένα τρόπο δεν κάνει αδύνατη τη συνειδητοποίηση νέων κοσμικών εμπειριών. Από την πλευρά ενός πεπερασμένου πλάσματος, το άπειρο εμπεριέχει μεγάλο μέρος των εν δυνάμει πραγμάτων, μεγάλο μέρος εκείνων που ανήκουν στις μελλοντικές πιθανότητες, μάλλον, παρά στις τωρινές πραγματικότητες.
(1261.2) 115:2.2 Η αξία αποτελεί ένα μοναδικό στοιχείο στη συμπαντική πραγματικότητα. Δεν κατανοούμε πώς η αξία οτιδήποτε απείρου και θείου θα μπορούσε να αυξηθεί. Ανακαλύπτουμε, όμως, ότι οι έννοιες μπορούν να τροποποιηθούν, αν όχι να αυξηθούν, έστω, στις σχέσεις της άπειρης Θεότητας. Για τα εμπειρικά σύμπαντα, ακόμη και οι άπειρες αξίες αυξάνονται, ως πραγματικότητες, δια της διευρυμένης αντίληψης των εννοιών της πραγματικότητας.
(1261.3) 115:2.3 Ολόκληρο το σχέδιο της συμπαντικής δημιουργίας και εξέλιξης σε όλα τα εμπειρικά επίπεδα αποτελεί, προφανώς, θέμα της μετατροπής των δυνατοτήτων σε πραγματικότητες. Και η μεταστοιχείωση αυτή έχει να κάνει εξ ίσου με τους χώρους του διαστημικού δυναμικού, του διανοητικού δυναμικού και του πνευματικού δυναμικού.
(1261.4) 115:2.4 Η προφανής μέθοδος δια της οποίας οι δυνατότητες του σύμπαντος αποκτούν πραγματική υπόσταση, ποικίλει από επίπεδο σε επίπεδο, όντας εμπειρική εξέλιξη στο πεπερασμένο και υπαρξιακή εξέλιξη στο απολυτοειδές. Το υπαρξιακό άπειρο είναι, πράγματι, απεριόριστο, στο ότι εμπεριέχει τα πάντα και η ίδια αυτή η περιεκτικότητα των πάντων πρέπει, κατ’ ανάγκην, να περιλαμβάνει ακόμη και τη δυνατότητα της εξελικτικής πεπερασμένης εμπειρίας. Και η πιθανότητα για μια τέτοια εμπειρική ανάπτυξη γίνεται συμπαντική πραγματικότητα δια των τριαδικών σχέσεων οι οποίες προσκρούουν επί, και εντός, του Υπέρτατου.
3. ΑΡΧΙΚΟ, ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΥΝΗΤΙΚΟ
(1261.5) 115:3.1 Η απόλυτη δημιουργία είναι εννοιολογικά χωρίς όριο. Το να ορίσουμε την έκταση και τη φύση αυτής της αρχικής πραγματικότητας, είναι το να θέσουμε περιορισμούς στο άπειρο και να υποτονίσουμε την αμιγή έννοια της αιωνιότητας. Η έννοια του άπειρου-αιώνιου, του αιώνιου-άπειρου, είναι απεριόριστη σε έκταση και απόλυτη στην ουσία. Δεν υπάρχει γλώσσα στο παρελθόν, το παρόν, ή το μέλλον της Ουράντια επαρκής για να εκφράσει την πραγματικότητα του απείρου, ή το άπειρο της πραγματικότητας. Ο άνθρωπος, ένα πεπερασμένο πλάσμα σ’ έναν άπειρο κόσμο, πρέπει να ικανοποιηθεί με παραμορφωμένες αντανακλάσεις και υποτονισμένη αντίληψη αυτής της απεριόριστης, άπειρης, μηδέποτε αρχόμενης και μηδέποτε λήγουσας ύπαρξης, η κατανόηση της οποίας είναι, πράγματι, μακράν των ικανοτήτων του.
(1261.6) 115:3.2 Η διάνοια δεν μπορεί ποτέ να ελπίσει ότι θα κατανοήσει την ιδέα ενός Απόλυτου, χωρίς να επιχειρήσει, πρώτα, να διασπάσει την ενότητα μιας τέτοιας πραγματικότητας. Η διάνοια ενοποιεί όλες τις αποκλίσεις, αλλά ελλείψει αυτών των ιδίων των αποκλίσεων, η διάνοια δεν βρίσκει μία βάση πάνω στην οποία να προσπαθήσει να διατυπώσει κατανοητές απόψεις.
(1261.7) 115:3.3 Η πρωταρχική στασιμότητα του απείρου απαιτεί καταμερισμό, προτού ο άνθρωπος επιχειρήσει να την κατανοήσει. Υπάρχει μια ενότητα στο άπειρο, η οποία εκφράσθηκε στα φύλλα αυτά ως το ΕΙΜΑΙ – το πρώτιστο αξίωμα της διάνοιας των πλασμάτων. Ποτέ, όμως, ένα πλάσμα δεν μπορεί να κατανοήσει πώς συμβαίνει αυτή η ενότητα να γίνεται δυαδικότητα, τριαδικότητα και απόκλιση, ενώ συνεχίζει να παραμένει μια απόλυτη ενότητα. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει ένα παρόμοιο πρόβλημα, όταν παύει να θεωρεί τη αδιαίρετη Θεότητα της Τριάδας παράλληλα με την πλουραλιστική προσωποποίηση του Θεού.
(1262.1) 115:3.4 Είναι μόνο η απόσταση του ανθρώπου από το άπειρο που κάνει την έννοια αυτή να εκφράζεται με μια λέξη. Ενώ το άπειρο είναι από τη μία πλευρά ΕΝΟΤΗΤΑ, από την άλλη είναι ΑΠΟΚΛΙΣΗ, χωρίς τέλος, ή όριο. Το άπειρο, όπως αντιμετωπίζεται από τις πεπερασμένες διάνοιες, είναι το μέγιστο παράδοξο της φιλοσοφίας των πλασμάτων και της πεπερασμένης μεταφυσικής. Παρά το ότι η πνευματική φύση του ανθρώπου φθάνει ως την εμπειρία της λατρείας του Πατέρα, ο οποίος είναι άπειρος, η ικανότητα του ανθρώπου για διανοητική αντίληψη εξαντλείται από τη μέγιστη έννοια του Υπέρτατου Όντος. Πέραν του Υπέρτατου, οι έννοιες γίνονται, όλο και περισσότερο, ονόματα. Όλο και λιγότερο αποτελούν πραγματικό προσδιορισμό της πραγματικότητας. Όλο και περισσότερο γίνονται η έκφραση4 της πεπερασμένης κατανόησης των πλασμάτων έναντι του υπερ-πεπερασμένου.
(1262.2) 115:3.5 Μία βασική αντίληψη του απόλυτου επιπέδου συνεπάγεται το αξίωμα των τριών φάσεων:
(1262.3) 115:3.6 1. Της Αρχικής. Της απεριόριστης έννοιας της Πρώτης γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου, της πρωταρχικής εκείνης εκδήλωσης του ΕΙΜΑΙ, από την οποία προέρχεται το σύνολο της πραγματικότητας.
(1262.4) 115:3.7 2. Της ουσιαστικής. Της ένωσης των τριών Απολύτων της πραγματικότητας, της Δεύτερης, Τρίτης Και Παραδείσιας γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου. Η τριοδικότητα αυτή των Αιώνιων Υιών, του Απείρου Πνεύματος και του Νησιού του Παραδείσου συνιστούν την ουσιαστική αποκάλυψη της αυθεντικότητας της Πρώτης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου.
(1262.5) 115:3.8 3. Της δυνητικής. Της ένωσης των τριών Απολύτων της δυνατότητας, του Θείου, του Απεριόριστου και του Συμπαντικού Απόλυτου. Αυτή η τριοδικότητα του υπαρξιακού δυναμικού συνιστά την δυνητική αποκάλυψη της αυθεντικότητας της Πρώτης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου.
(1262.6) 115:3.9 Ο συσχετισμός αυτός του Αρχικού, του Ουσιαστικού και του Δυνητικού δημιουργεί τις τάσεις εντός του απείρου, οι οποίες καταλήγουν στη δυνατότητα κάθε εξέλιξης στο σύμπαν. Και η εξέλιξη είναι η φύση του Επτάπτυχου, του Υπέρτατου και του Ύπατου.
(1262.7) 115:3.10 Στη σχέση του Θείου, του Συμπαντικού και Απεριόριστου Απόλυτου, η δυνητικότητα είναι απόλυτη, ενώ η πραγματικότητα δημιουργείται. Στη σχέση της Δεύτερης, της Τρίτης και της Παραδείσιας Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου, η πραγματικότητα είναι απόλυτη, ενώ η δυνητικότητα δημιουργείται. Όσον αφορά στην αυθεντικότητα της Πρώτης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου, δεν μπορούμε να πούμε ότι η πραγματικότητα, ή, η δυνητικότητα υφίστανται, ή αναδύονται – ο Πατέρας υπάρχει.
(1262.8) 115:3.11 Από την άποψη του χρόνου, το Πραγματικό είναι εκείνο που υπήρχε και που υπάρχει. Το Δυνητικό είναι εκείνο που γίνεται και θα υπάρξει. Το Αυθεντικό είναι εκείνο το οποίο υφίσταται. Από την άποψη της αιωνιότητας, οι διαφορές μεταξύ του Αυθεντικού, του Πραγματικού και του Δυνητικού δεν είναι τόσον εμφανείς. Οι τριαδικές αυτές ποιότητες δεν είναι τόσο ευδιάκριτες στα επίπεδα Παραδείσου-αιωνιότητας. Η αιωνιότητα είναι τα πάντα – μόνο που δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί απόλυτα στο χρόνο και το διάστημα.
(1262.9) 115:3.12 Από την άποψη των πλασμάτων, η πραγματικότητα είναι η ουσία, η δυνητικότητα αποτελεί δυνατότητα. Η πραγματικότητα υπάρχει στο κέντρο και από εκεί προεκτείνεται ως την άπειρη περιφέρεια. Η δυνητικότητα έρχεται προς τα μέσα, από την άπειρη περιφέρεια και συγκλίνει στο κέντρο των πάντων. Η αυθεντικότητα είναι εκείνο το οποίο, αρχικά, προκαλεί και έπειτα εξισορροπεί τις διπλές κινήσεις του κύκλου της μεταμόρφωσης της πραγματικότητας από το δυνητικό στο πραγματικό και που δυνητικοποιεί τις υπάρχουσες πραγματικότητες.
(1262.10) 115:3.13 Τα τρία Απόλυτα του δυνητικού λειτουργούν στο αμιγώς αιώνιο επίπεδο της δημιουργίας και γι’ αυτό δεν δρουν ποτέ σε επίπεδα όπως το υπο-απόλυτο. Στα κατερχόμενα επίπεδα της πραγματικότητας, η τριοδικότητα του δυνητικού εκδηλώνεται με το Ύπατο, καθώς επίσης και επί του Υπέρτατου. Το δυνητικό μπορεί να αποτύχει στην χρονική ενεργοποίηση, όσον αφορά σε μέρος ενός υπο-απόλυτου επίπεδου, αλλά ποτέ στο σύνολο. Το θέλημα του Θεού τελικά επικρατεί, όχι πάντα σε σχέση με τα άτομα, αλλά πάντα σε σχέση με το σύνολο.
(1263.1) 115:3.14 Είναι εξ αιτίας της τριοδικότητας της πραγματικότητας που ό,τι υπάρχει στη δημιουργία έχει το κέντρο του. Είτε πρόκειται για πνεύμα, διάνοια, ή ενέργεια, όλα έχουν το κέντρο στους σ’ αυτή τη σχέση με τον Υιό, το Πνεύμα και τον Παράδεισο. Η προσωπικότητα του Υιού-πνεύματος είναι το κύριο πρότυπο για όλες τις προσωπικότητες, σ’ ολόκληρη την έκταση, όλων των συμπάντων. Η υπόσταση του Νησιού του Παραδείσου είναι το κύριο πρότυπο, του οποίου η Χαβόνα αποτελεί το τέλειο, ενώ τα υπερσύμπαντα είναι τελειοποιούμενες αποκαλύψεις. Ο Συνδεδεμένος Δρων είναι σε μία και μοναδική στιγμή η διανοητική ενεργοποίηση της κοσμικής ενέργειας, η αντίληψη του πνευματικού σκοπού, αλλά και η ενοποίηση των μαθηματικών αιτίων και αιτιατών των υλικών επιπέδων, μαζί με τους βουλητικούς σκοπούς και τα κίνητρα του πνευματικού επιπέδου. Εντός του, και προς το πεπερασμένο σύμπαν, ο Υιός, το Πνεύμα και ο Παράδεισος λειτουργούν εντός, και επί του Ύπατου, καθώς αυτός διέπεται από, και περιορίζεται στο Υπέρτατο.
(1263.2) 115:3.15 Η πραγματικότητα (του Θείου) είναι αυτό που αναζητά ο άνθρωπος στην προς τον Παράδεισο ανέλιξή του. Το δυνητικό (της ανθρώπινης θείας ουσίας) είναι αυτό που ο άνθρωπος εξελίσσει στην αναζήτηση αυτή. Το Αυθεντικό είναι αυτό που καθιστά δυνατή τη συνύπαρξη και ενοποίηση του ανθρώπου του πραγματικού, του ανθρώπου του δυνητικού και του ανθρώπου του αιώνιου.
(1263.3) 115:3.16 Οι τελικές δυναμικές της δημιουργίας έχουν να κάνουν με τη συνεχή μεταφορά της πραγματικότητας από το επίπεδο του δυνατού στο επίπεδο του ουσιαστικού. Θεωρητικά, μπορεί να υπάρξει τέλος σ’ αυτή τη μεταμόρφωση, στην πραγματικότητα, όμως, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, εφ’ όσον το Δυνητικό και το Πραγματικό είναι και τα δύο μέσα στα κυκλώματα του Αυθεντικού (του ΕΙΜΑΙ) και τούτη η ταυτοποίηση καθιστά για πάντα αδύνατο το να τεθεί ένα όριο στην εξελικτική πρόοδο του σύμπαντος. Οτιδήποτε ταυτίζεται με το ΕΙΜΑΙ, δεν μπορεί ποτέ να βρει τέλος στην πρόοδο, αφού η πραγματικότητα των δυνατοτήτων του ΕΙΜΑΙ είναι απόλυτη και το δυνητικό της πραγματικότητας του ΕΙΜΑΙ είναι επίσης απόλυτο. Η πραγματικότητα θα ανοίγει πάντα καινούργιους δρόμους αντίληψης των έως τώρα αδύνατων δυνατοτήτων – κάθε ανθρώπινη απόφαση όχι μόνον ενεργοποιεί μια καινούργια πραγματικότητα στην ανθρώπινη εμπειρία, αλλά δημιουργεί, επίσης, μια νέα δυνατότητα για την ανθρώπινη ανάπτυξη. Ο άνθρωπος ενυπάρχει σε κάθε παιδί και ο μοροντιανός παράγων εξέλιξης5 ενοικεί στον ώριμο, γνώστη του Θεού άνθρωπο.
(1263.4) 115:3.17 Η στασιμότητα στην ανάπτυξη δεν μπορεί ποτέ να εμφανισθεί σ’ ολόκληρη τη δημιουργία, αφού η βάση για την ανάπτυξη – η απόλυτη πραγματικότητα – είναι απεριόριστη και εφ’ όσον οι δυνατότητες για ανάπτυξη – οι απόλυτες δυνατότητες – είναι ατέλειωτες. Από πρακτική άποψη, οι φιλόσοφοι του σύμπαντος έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει τέλος.
(1263.5) 115:3.18 Από περιοριστική άποψη, υπάρχει, πράγματι, τέλος σε πολλά πράγματα, πολλοί τερματισμοί δραστηριοτήτων, αλλά από μια ευρύτερη άποψη, σε ανώτερο συμπαντικό επίπεδο, δεν υπάρχει τέλος, απλά μεταβάσεις από τη μία φάση εξέλιξης στην άλλη. Η μεγαλύτερη χρονιότητα6 του κυρίαρχου σύμπαντος αφορά στις διάφορες συμπαντικές εποχές, τη Χαβόνα, το υπερσύμπαν και τις άλλες εποχές του εξώτερου σύμπαντος. Ωστόσο, ακόμη κι’ αυτές οι βασικές υποδιαιρέσεις των διαδοχικών σχέσεων δεν μπορεί να είναι παρά μόνο μικρής σημασίας ορόσημα στον ατέλειωτο δρόμο της αιωνιότητας.
(1263.6) 115:3.19 Η τελική διείσδυση της αλήθειας, της ομορφιάς και της καλοσύνης του Υπέρτατου Όντος δεν μπορεί παρά να κάνει εμφανείς στα εξελικτικά πλάσματα τις απολυτοειδείς εκείνες ποιότητες της ύπατης θείας ουσίας, που βρίσκονται πέραν των επιπέδων αντίληψης της αλήθειας, της ομορφιάς, και της καλοσύνης.
4. Η ΑΠΑΡΧΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΤΑΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
(1263.7) 115:4.1 Οποιαδήποτε θεώρηση της προέλευσης του Θεού του Υπέρτατου πρέπει να αρχίζει από την Τριάδα του Παραδείσου, εφ’ όσον η Τριάδα είναι η αρχική Θεότητα, ενώ το Υπέρτατο προέρχεται από το Θείο. Οποιαδήποτε θεώρηση της ανάπτυξης του Υπέρτατου οφείλει να λάβει υπ’ όψιν τις υπάρχουσες τριοδικότητες, εφ’ όσον αυτές περικλείουν όλες τις απόλυτες πραγματικότητες και όλες τις άπειρες δυνατότητες (σε συνδυασμό με την Πρώτη Γενεσιουργό Αιτία και Κέντρο). Και το εξελικτικό Υπέρτατο είναι η κορύφωση και το προσωπικά εκούσιο κέντρο της μεταστοιχείωσης – του μετασχηματισμού – των δυνατοτήτων σε πραγματικότητες, εντός και επί του πεπερασμένου επιπέδου ύπαρξης. Οι δύο τριοδικότητες, η πραγματική και η δυνητική, περικλείουν την ολικότητα της αλληλοσυνδεόμενης7 ανάπτυξης στα σύμπαντα.
(1264.1) 115:4.2 Η προέλευση του Υπέρτατου βρίσκεται στην Παραδείσια Τριάδα – την αιώνια, πραγματική και αδιαίρετη Θεότητα. Το Υπέρτατο είναι, πριν απ’ όλα, ένα πνευματικό πρόσωπο και αυτό το πνευματικό πρόσωπο προέρχεται από την Τριάδα. Ωστόσο το Υπέρτατο είναι, επίσης, Θεότητα ανάπτυξης – εξελικτικής ανάπτυξης – και η ανάπτυξη αυτή πηγάζει από τις δύο τριοδικότητες, την πραγματική και την δυνητική.
(1264.2) 115:4.3 Αν είναι δύσκολο να κατανοήσετε το ότι οι άπειρες τριοδικότητες μπορούν να λειτουργήσουν σε πεπερασμένο επίπεδο, σταθείτε και σκεφθείτε ότι το ίδιο τους το άπειρο πρέπει να εμπεριέχει, εν αυτώ, τη δυνατότητα του πεπερασμένου. Το άπειρο περικλείει το κάθε τι, από την ταπεινότερη και πλέον περιορισμένη πεπερασμένη ύπαρξη, ως την ανώτερες και απεριόριστα απόλυτες πραγματικότητες.
(1264.3) 115:4.4 Δεν είναι πάρα πολύ δύσκολο να καταλάβετε ότι το άπειρο δεν εμπεριέχει το πεπερασμένο, όσο είναι το να κατανοήσετε πώς ακριβώς αυτό το άπειρο αποτελεί, στην πραγματικότητα, εκδήλωση του πεπερασμένου. Οι Προσαρμοστές, όμως, της Σκέψης που ενοικούν τον άνθρωπο είναι μία από τις αιώνιες αποδείξεις ότι ακόμη και ο απόλυτος Θεός (ως απόλυτος) μπορεί και, πράγματι, έρχεται σε άμεση επαφή ακόμη και με τα ταπεινότερα και ελαχιστότατα από όλα τα αυτόβουλα πλάσματα του σύμπαντος.
(1264.4) 115:4.5 Οι τριοδικότητες που συλλογικά περικλείουν το πραγματικό και το δυνητικό, εκδηλώνονται στο πεπερασμένο επίπεδο σε συνδυασμό με το Υπέρτατο Ον. Η τεχνική της εκδήλωσης αυτής είναι άμεση αλλά και έμμεση. Άμεση ως το σημείο όπου οι σχέσεις της τριοδικότητας επιδρούν άμεσα στο Υπέρτατο και έμμεσες ως το σημείο όπου εκπορεύονται μέσω του απορρέοντος επιπέδου του απολυτοειδούς.
(1264.5) 115:4.6 Η Υπέρτατη πραγματικότητα, η οποία είναι μια απόλυτα πεπερασμένη πραγματικότητα, βρίσκεται στη διαδικασία της δυναμικής ανάπτυξης μεταξύ των απεριόριστων δυνατοτήτων του εξώτερου διαστήματος και των απεριόριστων πραγματικοτήτων στο κέντρο πάντων των πραγμάτων. Έτσι, ο χώρος του πεπερασμένου πραγματώνεται μέσω της συνεργασίας των απολυτοειδών επιδράσεων του Παραδείσου και των προσωπικοτήτων του Υπέρτατου Δημιουργού του χρόνου. Το έργο της ωρίμανσης των περιορισμένων δυνατοτήτων των τριών μεγάλων εν δυνάμει Απολύτων είναι η απολυτοειδής δράση των Αρχιτεκτόνων του Κυρίαρχου Σύμπαντος και των υπερβατικών συνεργατών τους. Και όταν τα ενδεχόμενα αυτά φθάσουν σ’ ένα ορισμένο σημείο ωρίμανσης, οι Προσωπικότητες του Υπέρτατου Δημιουργού αναδύονται από τον Παράδεισο για να αναλάβουν το αιώνιο έργο του να κάνουν τα εξελισσόμενα σύμπαντα να υπάρξουν πραγματικά.
(1264.6) 115:4.7 Η ανάπτυξη του Υπέρτατου εκπορεύεται από τις τριοδικότητες. Το πνευματικό πρόσωπο του Υπέρτατου από την Τριάδα. Αλλά τα προνόμια στη δύναμη του Παντοδύναμου βασίζονται στην θεία ευόδωση του Θεού του Επτάπτυχου, ενώ η σύνδεση των προνομίων στη δύναμη του Παντοδύναμου Υπέρτατου μαζί με το πνευματικό πρόσωπο του Θεού του Υπέρτατου λαμβάνει χώρα ως αποτέλεσμα της λειτουργίας του Συνδεδεμένου Δρώντος, που επέδρασε8 στη διάνοια του Υπέρτατου ως ο συνδετικός παράγων σ’ αυτή την εξελικτική Θεότητα.
5. Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΙΑ ΤΡΙΑΔΑ
(1264.7) 115:5.1 Το Υπέρτατο Ον εξαρτάται απόλυτα από την ύπαρξη και τη δράση της Τριάδας του Παραδείσου, για την πραγμάτωση της ατομικής και πνευματικής του φύσης. Ενώ η ανάπτυξη του Υπέρτατου είναι θέμα τριοδικών σχέσεων, η πνευματική προσωπικότητα του Θεού του Υπέρτατου εξαρτάται και εκπορεύεται από την Παραδείσια Τριάδα, η οποία παραμένει πάντα το απόλυτο κέντρο-απαρχή της τέλειας και άπειρης σταθερότητας, γύρω από την οποία εκτυλίσσεται προοδευτικά η εξελικτική ανάπτυξη του Υπέρτατου.
(1265.1) 115:5.2 Η λειτουργία της Τριάδας συνδέεται με τη λειτουργία του Υπέρτατου, εφ’ όσον η Τριάδα μπορεί να λειτουργήσει σε όλα (συνολικά) τα επίπεδα, περιλαμβανομένου του επιπέδου της λειτουργίας του Υπέρτατου. Ωστόσο, όπως η εποχή της Χαβόνα παραχωρεί τη θέση της στην εποχή ων υπερσυμπάντων, έτσι και η ευδιάκριτη λειτουργία της Τριάδας, ως άμεσος δημιουργός, υποχωρεί μπροστά στις δημιουργικές πράξεις των παιδιών των Θεοτήτων του Παραδείσου.
6. Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΟΔΙΚΟΤΗΤΕΣ
(1265.2) 115:6.1 Η τριοδικότητα της πραγματικότητας συνεχίζει να λειτουργεί άμεσα στις μετά τη Χαβόνα εποχές. Η βαρύτητα του Παραδείσου κρατά τις βασικές μονάδες υλικής υπόστασης, η πνευματική βαρύτητα του Αιώνιου Υιού λειτουργεί άμεσα επί των θεμελιωδών αξιών της πνευματικής υπόστασης και η διανοητική βαρύτητα του Συνδεδεμένου Δρώντος, με τρόπο αλάθητο, κρατά όλες τις ζωτικές έννοιες διανοητικής υπόστασης.
(1265.3) 115:6.2 Καθώς, όμως, κάθε στάδιο δημιουργικής δραστηριότητας προχωρεί μέσα στο αχαρτογράφητο διάστημα, λειτουργεί και υπάρχει ολοένα και πιο μακριά από την άμεση δράση των δημιουργικών δυνάμεων και των θείων προσωπικοτήτων του θείου χώρου – του απόλυτου Νησιού του Παραδείσου και των άπειρων Θεοτήτων που κατοικούν εκεί. Τα διαδοχικά αυτά επίπεδα κοσμικής υπόστασης, εξαρτώνται, έτσι, όλο και περισσότερο από την εξέλιξη των δυνατοτήτων του απείρου, εντός των τριών Απολύτων.
(1265.4) 115:6.3 Το Υπέρτατο Ον περικλείει δυνατότητες κοσμικής λειτουργίας που δεν εκδηλώνονται φανερά στον Αιώνιο Υιό, το Άπειρο Πνεύμα, ή τις μη προσωπικές πραγματικότητες του Νησιού του Παραδείσου. Η παρουσίαση αυτή γίνεται λαμβάνοντας υπ’ όψιν το απόλυτο αυτών των τριών βασικών πραγματικοτήτων, η ανάπτυξη, όμως, του Υπέρτατου δεν στηρίζεται μόνο σ’ αυτές τις πραγματικότητες της Θεότητας και του Παραδείσου, αλλά αφορά, επίσης, στις εξελίξεις εντός της Θεότητας, του Συμπαντικού και του Απεριόριστου Απόλυτου.
(1265.5) 115:6.4 Το Υπέρτατο όχι μόνο αναπτύσσεται καθώς οι Δημιουργοί και τα δημιουργήματα των εξελισσόμενων συμπάντων καταλήγουν να μοιάσουν με τον Θεό, αλλά η πεπερασμένη αυτή Θεότητα αναπτύσσεται, επίσης, ως αποτέλεσμα της κατάκτησης, από το δημιούργημα και τον Δημιουργό, των πεπερασμένων δυνατοτήτων του μεγάλου σύμπαντος. Η κίνηση του Υπέρτατου είναι διπλή: έντονα προς τον Παράδεισο και τη Θεότητα, αλλά και επεκτατικά προς το απεριόριστο των Απολύτων της δυνατότητας.
(1265.6) 115:6.5 Στην παρούσα συμπαντική εποχή η διπλή αυτή κίνηση αποκαλύπτεται στις κατερχόμενες και ανερχόμενες προσωπικότητες του μεγάλου σύμπαντος. Οι προσωπικότητες του Υπέρτατου Δημιουργού καθώς και όλοι οι θείοι συνεργάτες τους ανακλούν την προς τα έξω, αποκλίνουσα κίνηση του Υπέρτατου, ενώ οι ανερχόμενοι οδοιπόροι από τα επτά υπερσύμπαντα υποδηλώνουν την προς το εσωτερικό, συγκλίνουσα τάση του Υπέρτατου.
(1265.7) 115:6.6 Η πεπερασμένη Θεότητα πάντα αναζητά το διπλό συσχετισμό, προς το εσωτερικό, προς τον Παράδεισο και τις Θεότητές του, αλλά και προς το εξωτερικό, προς το άπειρο και τα Απόλυτα που βρίσκονται σ’ αυτό. Η ισχυρότατη έκρηξη της δημιουργούσας τον Παράδεισο θείας φύσης, η οποία εξατομικεύεται στους Δημιουργούς Υιούς και ενεργοποιείται δια των ελεγκτών της δύναμης, δηλώνει την άπειρη ανάδυση του Υπέρτατου στο χώρο του δυνητικού, ενώ η ατέλειωτη διαδοχή των ανελισσόμενων πλασμάτων του μεγάλου σύμπαντος γίνεται μάρτυρας της άπειρης έκρηξης του Υπέρτατου προς την κατεύθυνση της ενότητας με την εν Παραδείσω Τριάδα.
(1265.8) 115:6.7 Οι ανθρώπινες υπάρξεις έχουν μάθει ότι μπορούν, ορισμένες φορές, να διακρίνουν την κίνηση του αόρατου, παρατηρώντας την επίδρασή του επί του ορατού και εμείς, στο σύμπαν, έχουμε από καιρό μάθει να εντοπίζουμε τις κινήσεις και τις τάσεις του Υπέρτατου, παρατηρώντας τον αντίκτυπο των εξελίξεων αυτών στις προσωπικότητες και τα πρότυπα του μεγάλου σύμπαντος.
(1266.1) 115:6.8 Παρ’ ότι δεν είμαστε βέβαιοι, πιστεύουμε ότι, ως πεπερασμένη αντανάκλαση της Παραδείσιας Θεότητας, το Υπέρτατο εμπλέκεται στην αιώνια πρόοδο προς το εξώτερο διάστημα. Ωστόσο, ως περιορισμός του δυναμικού στο εξώτερο διάστημα των τριών Απολύτων, αυτό το Υπέρτατο Ον αναζητά πάντα τη συνάφεια προς τον Παράδεισο. Και οι διπλές αυτές κινήσεις φαίνεται ότι εξηγούν το μεγαλύτερο μέρος των βασικών δραστηριοτήτων στα τωρινά οργανωμένα σύμπαντα.
7. Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ
(1266.2) 115:7.1 Στη Θεότητα του Υπέρτατου ο Πατέρας-ΕΙΜΑΙ επέτυχε εν μέρει απόλυτη απαλλαγή από τους, εγγενείς στην κατάσταση του άπειρου, στην αιωνιότητα της ύπαρξης και στο απόλυτο της φύσης, περιορισμούς. Ωστόσο, ο Θεός ο Υπέρτατος απελευθερώθηκε από όλους τους υπαρξιακούς περιορισμούς μόνο με το γίνει υποκείμενος στους εμπειρικούς περιορισμούς της συμπαντικής λειτουργίας. Κατακτώντας την ικανότητα της εμπειρίας, ο πεπερασμένος Θεός γίνεται, επίσης, υποκείμενος στην αναγκαιότητα που πηγάζει από αυτήν. Επιτυγχάνοντας την απαλλαγή από την αιωνιότητα, ο Παντοκράτωρ έρχεται αντιμέτωπος με τα όρια του χρόνου. Και το Υπέρτατο μπορεί να γνωρίσει την ανάπτυξη και την εξέλιξη μόνο ως επακόλουθο της μερικότητας της ύπαρξης και της ατέλειας της φύσης, του μη απόλυτου της ύπαρξης.
(1266.3) 115:7.2 Όλα τούτα πρέπει να είναι σύμφωνα με το σχέδιο του Πατέρα, το οποίο στηρίζει την πεπερασμένη πρόοδο πάνω στην προσπάθεια, τα επιτεύγματα των πλασμάτων πάνω στην εγκαρτέρηση και την εξέλιξη της προσωπικότητας πάνω στην πίστη. Θεσπίζοντας, έτσι, την εμπειρία-εξέλιξη του Υπέρτατου, ο Πατέρας έδωσε τη δυνατότητα στα πεπερασμένα πλάσματα να υπάρξουν στα σύμπαντα και δια της εμπειρικής προόδου, να φθάσουν, κάποια στιγμή, στη θεία φύση του Υπέρτατου.
(1266.4) 115:7.3 Περιλαμβάνοντας το Υπέρτατο, ακόμη και το Ύπατο, ολόκληρη η πραγματικότητα, εκτός των απεριόριστων αξιών των επτά Απολύτων, είναι σχετική. Το γεγονός του Υπέρτατου στηρίζεται στη δύναμη του Παραδείσου, την προσωπικότητα του Υιού και τη δράση του Συνδεδεμένου Δρώντος, η ανάπτυξη, όμως, του Υπέρτατου εμπλέκεται στο Θείο Απόλυτο, το Απεριόριστο Απόλυτο και το Συμπαντικό Απόλυτο. Και αυτή η συνθέτουσα και ενοποιούσα Θεότητα – ο Θεός ο Υπέρτατος – είναι η προσωποποίηση της πεπερασμένης σκιάς που καλύπτει το μέγα σύμπαν δια της άπειρης ενότητας της ανεξερεύνητης φύσης του εν Παραδείσω Πατέρα, της Πρώτης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου.
(1266.5) 115:7.4 Ως το σημείο όπου οι τριοδικότητες λειτουργούν άμεσα στο πεπερασμένο επίπεδο, άπτονται του Υπέρτατου, το οποίο αποτελεί τη Θεία εστίαση και κοσμική συνόψιση των πεπερασμένων ιδιοτήτων της φύσης του Πραγματικού Απόλυτου και του Δυνητικού Απόλυτου.
(1266.6) 115:7.5 Η Παραδείσια Τριάδα θεωρείται ότι είναι ότι είναι το απόλυτο αναπόφευκτο. Τα Επτά Κυρίαρχα Πνεύματα είναι, προφανώς, οι αναπόφευκτες καταστάσεις της Τριάδας. Η πραγμάτωση της δυναμικής-διανοητικής-πνευματικής προσωπικότητας του Υπέρτατου πρέπει να είναι το εξελικτικό αναπόφευκτο.
(1266.7) 115:7.6 Ο Θεός ο Υπέρτατος φαίνεται να έχει υπάρξει αναπόφευκτος στο απεριόριστο άπειρο, αλλά μοιάζει να βρίσκεται σε όλα τα σχετικά επίπεδα. Είναι ο απαραίτητος επικεντρωτής, ο αθροιστής, εκείνος που περικλείει την εξελικτική εμπειρία, ενώνοντας δραστικά τα απορρέοντα εκ του τρόπου αυτού αντίληψης της πραγματικότητας στην θεία του φύση. Και όλα τούτα φαίνεται ότι τα πράττει με σκοπό να συνεισφέρει στην εμφάνιση της αναπόφευκτης πραγμάτωσης, της υπερ-εμπειρίας και υπερ-πεπερασμένης εκδήλωσης του Θεού του Ύπατου.
(1267.1) 115:7.7 Το Υπέρτατο Ον δεν μπορεί να εκτιμηθεί πλήρως, χωρίς θα ληφθεί υπ’ όψιν η απαρχή, η λειτουργία και ο προορισμός: η σχέση προς την δημιουργούμενη Τριάδα, το σύμπαν των δραστηριοτήτων και το Τριαδικό Απώτατο του άμεσου πεπρωμένου.
(1267.2) 115:7.8 Με τη διαδικασία του αθροίσματος της εξελικτικής εμπειρίας, το Υπέρτατο συνδέει το πεπερασμένο με το απολυτοειδές, όπως η διάνοια του Συνδεδεμένου Δρώντος συνενώνει τη θεία πνευματικότητα του ατομικού Υιού με τις αμετάβλητες ενέργειες του Παραδείσιου προτύπου, αλλά και όπως η παρουσία του Συμπαντικού Απόλυτου ενοποιεί τη θεία δραστηριότητα με την Απεριόριστη επανενεργοποίηση. Και η ενοποίηση αυτή πρέπει να είναι η αποκάλυψη του αδιερεύνητου έργου της αρχικής ενοποίησης της Πρώτης Αιτίας-Πατέρα και Γενεσιουργού-Προτύπου όλων των πραγμάτων και όλων των πλασμάτων.
(1267.3) 115:7.9 [Υποστηρίχθηκε από ένα Κραταιό Αγγελιαφόρο που προσωρινά διαμένει στην Ουράντια.]